Ορατές ακόμη και από το Διάστημα είναι οι επιπτώσεις της οικονομικής
κρίσης στα επίπεδα ρύπανσης των μεγαλύτερων ελληνικών πόλεων.
Σύμφωνα με μελέτη που εκπόνησαν ερευνητές από την Ελλάδα και το
εξωτερικό, από το 2008 μέχρι σήμερα, παρατηρείται δραστικός περιορισμός
-μέχρι και 40%- των ρύπων στην ατμόσφαιρα λόγω της μείωσης της
ανθρωπογενούς δραστηριότητας. Η εργασία που αναδεικνύει αυτή τη...
θετική πλευρά της κρίσης βασίστηκε στον συσχετισμό δορυφορικών μετρήσεων
και στοιχείων που συνελέχθησαν από επίγεια δίκτυα.Οπως εξηγεί στο «Εθνος» ένας εκ των συγγραφέων της μελέτης, ο κ. Ευάγγελος Γερασόπουλος, διευθυντής Ερευνών στο Ινστιτούτο Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, ο σταδιακός περιορισμός αρκετών ρύπων ήταν εμφανής τις τελευταίες δεκαετίες ως συνέπεια των μέτρων που ελήφθησαν από την Πολιτεία.
«Ομως από την έναρξη της οικονομικής κρίσης», εξηγεί ο ίδιος, «παρατηρείται σημαντική επιτάχυνση στους ρυθμούς της μείωσης. Κάποιοι ρύποι ελαττώνονται με ρυθμούς τρεις φορές μεγαλύτερους από ό,τι παλιότερα, ενώ άλλοι εμφανίζουν ακόμη και οκταπλάσια επιτάχυνση στη μείωση».
Ενα από τα εντυπωσιακότερα αποτελέσματα προέκυψε από τις μετρήσεις του διοξειδίου του αζώτου (ΝΟ2): Η μείωσή του το χρονικό διάστημα 2007-2011 γινόταν με ρυθμό 2,3 ppb ανά έτος (όπου ppb=μέρη ανά δισεκατομμύριο), δηλαδή με επταπλάσιους ρυθμούς από ό,τι τα προηγούμενα χρόνια, οπότε και εμφάνιζε μείωση με ρυθμό 0,03 ppb ανά έτος. Το γεγονός αποδίδεται στο ότι το ΝO2 συνδέεται κυρίως με την κίνηση των οχημάτων, η οποία έχει περιοριστεί σημαντικά την τελευταία πενταετία λόγω κόστους. Η συνολική μείωση του ΝΟ2 τα χρόνια αυτά υπολογίζεται ότι είναι της τάξης του 30-40%.
Οι τιμές του διοξειδίου του θείου (SO2), οι οποίες σχετίζονται με βιομηχανικές δραστηριότητες παρουσίασαν, επίσης, φθίνουσα πορεία. Οι ρυθμοί περιορισμού του SO2 ήταν υπερτριπλάσιοι σε σχέση με το παρελθόν, καθώς κατεγράφη επιτάχυνση της μείωσης από 0,02 ppb ανά έτος σε 0,7 ppb ανά έτος.
Αύξηση αντιθέτως κατέγραψαν τα μέσα επίπεδα του όζοντος, λόγω των μειωμένων ανθρωπογενών εκπομπών, οι οποίες συντελούν μέσω χημικών μηχανισμών στον περιορισμό του στην ατμόσφαιρα.
Ιδιαίτερα ενδιαφέρον, όπως επισημαίνει ο κ. Μιχαήλ Βρεκούσης, ερευνητής στο Κέντρο Ενέργειας, Περιβάλλοντος και Υδάτινων πόρων του Ινστιτούτου Κύπρου και κύριος συγγραφέας της εργασίας είναι ότι τα αποτελέσματα αυτά ήταν εμφανή ακόμη και από το Διάστημα. «Χρησιμοποιήσαμε παρατηρήσεις από τρεις δορυφορικούς αισθητήρες και επίγεια δίκτυα και όλα τα στοιχεία έδειξαν σημαντική επιτάχυνση της μείωσης της ρύπανσης από το 2007 και μετά», λέει.
Εκτός από τους κ. Βρεκούση και Γερασόπουλο στη συγγραφή της εργασίας, η οποία έχει δημοσιευτεί σε έγκριτο διεθνές επιστημονικό περιοδικό και έχει φιλοξενηθεί σε μέσα ενημέρωσης του εξωτερικού, συμμετείχαν οι εξής ερευνητές από την Ακαδημία Αθηνών, το γερμανικό Ινστιτούτο Χημείας Max-Planck του Mainz, το Πανεπιστήμιο της Βρέμης και το Πανεπιστήμιο Κρήτης: A. Richter, A. Hillboll, J.P. Burrows, J. Lelieveld, L. Barrie, Χρ. Ζερεφός και Ν. Μιχαλόπουλος.
Η ΕΡΕΥΝΑ
Με ποιους δείκτες βγήκαν τα συμπεράσματα
Τους οικονομικούς δείκτες της περιόδου 2007-2011 αξιοποίησαν, επίσης, οι επιστήμονες, ώστε να εξαγάγουν συμπεράσματα ως προς τη σχέση της ρύπανσης με την ύφεση που μαστίζει τη χώρα.
«Συγκεκριμένα χρησιμοποιήσαμε το Gross Domestic Product (Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν) που απεικονίζει τα αγαθά και τις υπηρεσίες που παράγει μια χώρα, άρα λειτουργεί ως δείκτης του βιοτικού επιπέδου του λαού της, και τον Industrial Production Index (Δείκτης Βιομηχανικής Παραγωγής), ο οποίος δείχνει τη βιομηχανική δραστηριότητα της χώρας» λέει ο κ. Γερασόπουλος. «Και διαπιστώσαμε πως όσο οι δείκτες αυτοί έπεφταν, δηλαδή καταστέλλονταν οι δραστηριότητες, τόσο είχαμε και αντίστοιχη μείωση στους ρύπους».
«Οι τελευταίες έρευνές μας καταδεικνύουν δύο πολύ διαφορετικές όψεις του ίδιου νομίσματος, με διαφορετικά βέβαια χωρικά και χρονικά χαρακτηριστικά», συνεχίζει ο κ. Γερασόπουλος σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της έρευνας.
«Από τη μία έχουμε μείωση της ρύπανσης τα χρόνια της κρίσης λόγω καταστολής δραστηριοτήτων και από την άλλη στροφή του κόσμου προς την καύση ξύλων για θέρμανση, κάτι που συνέβαλε στα ανησυχητικά επεισόδια της αιθαλομίχλης. Μένει να διερευνηθεί στα επόμενα χρόνια το τελικό ισοζύγιο της επίδρασης της κρίσης στα επίπεδα ρύπανσης».
Κατερίνα Ροββά