Η κοινοτυπία μέχρι πριν δύο χρόνια για όποιον ήθελε να κάνει καριέρα στην πολιτική και το συνδικαλισμό ήταν η επίκληση της γενιάς των 700 ευρώ.

Σήμερα το όριο έχει κατέβει στα 400 - 500 ευρώ το μήνα, αλλά ελάχιστοι έχουν κατανοήσει τα αίτια της ένδειάς μας. Προφανώς γιατί  η υλική ένδεια είναι αποτέλεσμα της πνευματικής.

Επιπλέον, μερικοί από τους βασικούς υπεύθυνους της «κατηφόρας» προσπαθούν να εμφανιστούν σαν τιμητές και υπερασπιστές του υψηλού μεροκάματου...

Με ένα άρθρο θα επαναφέρει ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης τους μισθούς στην προτεραία κατάσταση, λες και έχουμε να κάνουμε με την κατάργηση των συντάξεων των άγαμων θυγατέρων...

Οι Έλληνες, με κάποια καθυστέρηση είναι η αλήθεια, διαπιστώνουμε πως είναι αδύνατο και συνάμα οδυνηρό να ζήσει κάποιος με 500 ευρώ το μήνα...

Κανείς δεν μας λέει ή και να μας το πει, δεν είμαστε σε θέση να καταλάβουμε τι σημαίνει πως ο μισός πληθυσμός του πλανήτη βιοπορίζεται  με 2 δολάρια την ημέρα...

Γιατί εμείς με 450  το μήνα και οι άλλοι με 40 ευρώ;

Γιατί εμείς 450 ευρώ και οι  Γερμανοί τα τριπλάσια με φθηνότερες τιμές;

Τι είναι αυτό που κάνει κάποιους λαούς να πληρώνονται και να ζουν καλύτερα και κάποιους άλλους όχι.  Είναι οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή η μορφή της οργάνωσης της οικονομίας;

Οι συλλογικές συμβάσεις και τα επιδόματα γάμου και τοκετού είναι κενό γράμμα όταν δεν υπάρχουν επιχειρήσεις να τα καταβάλουν.

Είναι το μορφωτικό επίπεδο; Τότε, αν κάποιος ρίξει μια ματιά στα ελληνικά πανεπιστήμια που θα τα τοποθετήσει εγγύτερα, στο Χαρτούμ ή  αυτά των χωρών που πληρώνουν καλύτερους μισθούς;

Είναι μήπως ο μαχητικός συνδικαλισμός που εξασφαλίζει καλύτερες αμοιβές; Τότε η Λατινική Αμερική και η Αφρική θα ήταν Σουηδία και ΗΠΑ και αντίστροφα...

Είναι μήπως οι πλούσιοι φυσικοί πόροι αποκλειστικά που εξασφαλίζουν σε ένα λαό υψηλότερους μισθούς; Η Ιαπωνία δεν διαθέτει καθόλου φυσικούς πόρους και η Γερμανία ελάχιστους και διαθέτουν υψηλότερο βιοτικό επίπεδο από την Αργεντινή και τη Βενεζουέλα που «βουλιάζουν» από φυσικούς πόρους...

Μήπως είναι οι κρατικές επιχειρήσεις και η κρατική οικονομία που εξασφαλίζουν πλούτο και ευημερία; Τότε η πάλε ποτέ σοβιετική Βουλγαρία θα δεχόταν μετανάστες από τις ΗΠΑ και την Βρετανία και όχι το αντίστροφο... Κανένας Ευρωπαίος ή Αμερικάνος δεν μετανάστευσε στην Κούβα για να εργαστεί και να ζήσει καλύτερα, σε αντίθεση με τους Κουβανούς που περνάνε με σχεδίες στη Φλόριδα αψηφώντας τους καρχαρίες...

Είναι προφανές πως για να μειώνονται οι μισθοί στην Ελλάδα κάτι δεν έχουμε κάνει σωστά και αν δεν το διορθώσουμε θα συνεχίσουν να μειώνονται. Θα  κινηθούμε  με ορόσημο την Ευρώπη και τη Γερμανία ή το Σουδάν, την Αργεντινή και την Κούβα πατριώτες;

Ο ελληνικός τρόπος...

Στην Ελλάδα μειώνονται οι μισθοί γιατί επί 30 χρόνια οι επιχειρήσεις που κλείνουν είναι περισσότερες από αυτές που ανοίγουν.

Οι μισθοί πέφτουν στην Ελλάδα όχι από το μνημόνιο ή την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, αλλά γιατί από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 και μετά αδιαφορούσαμε αν κλείνουν τα εργοστάσια το ένα μετά το άλλο, αφού το δημόσιο, οι ΔΕΚΟ και η Τοπική Αυτοδιοίκηση είχαν ανοίξει τις πόρτες και προσελάμβαναν κόσμο με αντάλλαγμα ψήφους...

Τα συνδικάτα με την κάλυψη όλων των κομμάτων ζητούσαν ό,τι τους κατέβει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα NAMCO στη Θεσσαλονίκη που μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’80 κατασκεύαζε το αυτοκίνητο Ponny. Εμπνευσμένοι από τον άρτι αφιχθέντα «σοσιαλιστικό» άνεμο της εποχής οι εργαζόμενοι ζητούσαν αυξήσεις 35% και μετά από κατάληψη του εργοστασίου επί 4 μήνες η εταιρεία έβαλε λουκέτο...

Παρόμοια γεγονότα ακολούθησαν στην Pirelli, την Goodyear... και εκατοντάδες άλλες παραγωγικές επιχειρήσεις.

Το κενό που άφηναν οι επιχειρήσεις που έφευγαν το κάλυπτε η  αύξηση των προσλήψεων στο δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα. Ο χαμηλός δανεισμός της χώρας μέχρι τότε επέτρεπε στο κράτος να δανείζεται και να προσλαμβάνει. Επιπλέον ο Καραμανλής είχε βάλει τη χώρα στην ΕΟΚ και είχαν αρχίσει οι εισροές των επιδοτήσεων, που αποδείχτηκαν μεγάλη και καταστρεπτική πληγή γατί αύξησαν τη ροπή προς την «αρπαχτή» και το κέρδος χωρίς προσπάθεια ή επιχειρηματικό ρίσκο.

Ο γερμανικός τρόπος...

Λίγα χρόνια αργότερα λόγω των παγκόσμιων ανακατατάξεων κατ’ αναλογίαν πάντα παρόμοια προβλήματα αντιμετώπισε και η Mercedes. Τα γιαπωνέζικα επαγγελματικά φορτηγάκια  έβγαζαν λιγότερες βλάβες και το κυριότερο στοίχιζαν φθηνότερα.

Ο επικεφαλής της εταιρείας κάλεσε τους συνδικαλιστές και τους παράθεσε τα στοιχεία. Η δική μας μηχανή στοιχίζει τρεις χιλιάδες μάρκα και η Μιτσουμπίσι κατασκευάζει και μας προσφέρει μια ανάλογη μηχανή για 2.000 μάρκα.  Η παράγουμε και εμείς τη μηχανή με 2.000 μάρκα ή κλείνουμε τη μονάδα των μηχανών και πουλάμε τα φορτηγάκια με γιαπωνέζικες μηχανές.

Τα συνδικάτα τότε συμφώνησαν σε ένα πλάνο περιορισμού του κόστους παραγωγής μειώνοντας τις εβδομάδες των διακοπών, περιορίζοντας τις απουσίες λόγω ασθένειας όπου γίνονταν καταχρήσεις και κατά τι περιορίζοντας τις απαιτήσεις για μελλοντικές αυξήσεις.

Αυτή είναι μια ιστορία που την θυμάμαι γιατί την είχα διαβάσει στο WirschaftsWoche και την είχαν μεταφράσει και δημοσιεύσει στον Επενδυτή στα μέσα της δεκαετίας του ’90. Υποθέτω πως υπήρξαν χιλιάδες ανάλογες ιστορίες στην Γερμανία. Το φαινόμενο αυτό εντάθηκε την περασμένη δεκαετία με την ατζέντα 2010 που επέβαλε ο αριστερός συνασπισμός σοσιαλδημοκρατών Πρασίνων.

Από τις παραπάνω δυο ιστορίες είναι φανερό γιατί το ελληνικό κράτος χρεοκόπησε. Αυτό συνέβη γιατί είχε χρεοκοπήσει νωρίτερα η ελληνική οικονομία και όλο το σύστημα συντηρούνταν με δανεικά και θέσεις εργασίας που μοίραζε το κράτος.

Αν δεν επιχειρήσουμε να ανασυστήσουμε την ελληνική οικονομία δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για την ίδρυση νέων παραγωγικών και εξωστρεφών επιχειρήσεων τα 450 -500 σαν χαμηλός μισθός θα αποτελούν την οροφή των υψηλόμισθων σε λίγα χρόνια...

Σίγουρα τα κόμματα που κυβέρνησαν φέρνουν το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης, αλλά η αριστερά που υποτίθεται πως αγωνίζεται για την ευημερία του λαού, έχει σημαντική ευθύνη με τις καταλήψεις εργοστασίων όπως της Ελληνικής Χαλυβουργίας για ένα χρόνο, την απειλή πως θα προβεί σε εθνικοποιήσεις αν κερδίσει τις εκλογές, δήμευση των καταθέσεων.

Όλα αυτά  δεν προσελκύουν νέες επενδύσεις και διώχνουν τις ήδη υπάρχουσες. Οι απειλές για δήμευση καταθέσεων διώχνουν τις καταθέσεις στο εξωτερικό και κάνουν αδύνατη την χρηματοδότηση των επιχειρήσεων.

Όσο θα φεύγουν ή θα κλείνουν επιχειρήσεις και δεν θα ανοίγουν άλλες τόσο θα μειώνονται οι προσφερόμενες θέσεις εργασίας και θα μειώνονται οι μισθοί.

Αυτή είναι η πραγματική αιτία της μείωσης των μισθών στην Ελλάδα. Αν δεν αναστρέψουμε το αρνητικό κλίμα τα 450 ευρώ θα γίνουν η κορυφή των υψηλόμισθων και όχι η βάση εκκίνησης των χαμηλόμισθων...

2) Πιο πιθανή η ανοδική "έκρηξη"...

Δεν είναι τυχαίο που η  αγορά προβληματίστηκε προσωρινά από τη δυστοκία του Eurogroup. Τα δεδομένα για την Ελλάδα έχουν βελτιωθεί κατακόρυφα τους τελευταίους μήνες και συνεχίζουν προς την ίδια κατεύθυνση.

Μέχρι τα μέσα του καλοκαιριού πολλοί έψαχνα τρόπο και αφορμή να μας αποπέμψουν από το ευρώ.

Σήμερα οι πάντες αναζητούν τρόπο να καταστήσουν το ελληνικό χρέος βιώσιμο μέσω «κουρεμάτων» και επιμηκύνσεων...

Ξένες επιχειρήσεις σχεδιάζουν να επενδύσουν στην Ελλάδα και ήδη υπάρχουν τα πρώτα μηνύματα.

Το σενάριο της ανοδικής έκρηξης είναι πιθανότερο τους επόμενους μήνες για το ελληνικό χρηματιστήριο από αυτό της κατάρρευσης...

Μόλις ξεκαθαρίσει προσεχώς το τοπίο, οι επιχειρήσεις θα ξεθάψουν τα σχέδια από το τελευταίο συρτάρι και θα αρχίσουν μετά από χρόνια να υπάρχουν πραγματικές επιχειρηματικές ειδήσεις...

Υπάρχουν ισχυρές δυνάμεις του εγχώριου Κοτζαμπασισμού που αντιδρούν στις εξελίξεις βάζοντας μπροστά τους απολυμένους και εκμεταλλευόμενες την οργή. Η απόφαση για την Ελλάδα όμως βρίσκει σύμφωνους όλους τους διεθνείς παράγοντες. Στον τρόπο και τη δοσολογία υπάρχουν κάποιες διαφορές όπως προκύπτουν μεταξύ ΔΝΤ και Γερμανίας...

3) Είμαστε, είσαστε όλοι και όλες υπεύθυνοι...

 
Το τελευταίο διάστημα το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο είναι τόπος ξένος και επικίνδυνος. Η σιωπή, η συγκάλυψη και η πολιτική στήριξη αυτής της κατάστασης έχει καταστήσει την πλειοψηφία των φοιτητών, παθητικούς δέκτες και τους αποθαρρύνει από την ακαδημαϊκή διαδικασία. Οι καθηγητές προσέρχονται απελπισμένοι και απογοητευμένοι μη μπορώντας να δώσουν σοβαρές λύσεις που οι περισσότεροι προκρίνουν πραγματικά.