Όσοι εκπλήσσονται για τη σφοδρότητα με την
οποία το Βερολίνο στρέφεται εναντίον του μοντέλου της Κύπρου, είναι
μάλλον αδιάβαστοι. Όταν η Κύπρος μπήκε στο ευρώ, αναγκάσθηκε να
καταργήσει τη φορολογία για τις λεγόμενες «κυπριακές εταιρίες» και να
ανεβάσει το φόρο σε 12,5%. Όταν η Ιρλανδία μπήκε στο μνημόνιο, το
Βερολίνο -αλλά και το Παρίσι- προσπάθησαν να αναγκάσουν τους Ιρλανδούς
να ανεβάσουν τον φόρο των επιχειρήσεων.
Oι Ιρλανδοί μπόρεσαν -επειδή διαπραγματεύθηκαν σοβαρά και εφάρμοσαν όλα τα άλλα με μεγάλη ταχύτητα- να υπερασπιστούν το δικό τους μοντέλο που με πολύ κόπο είχαν οικοδομήσει από τη δεκαετία του '50 - η Ιρλανδία έγινε κέντρο μεταποίησης και υπηρεσιών.
Η Ελβετία ελίχθηκε μπρος στη γερμανική επίθεση και υιοθέτησε τις φορολογικές συμφωνίες για να κρατήσει στη ζωή το δικό της μοντέλο που δεν θα μακροημερεύσει, καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αποφασίσει ότι το «φορολογικό απόρρητο» των Ελβετών πνέει τα λοίσθια. Πιο πριν οι Γερμανοί είχαν βάλει στο στόχαστρο το Λιχτενστάιν για το δικό του «μοντέλο», ενώ προσπάθησαν να επιβάλλουν στο Λονδίνο τον φόρο στις χρηματοπιστωτικές μεταβιβάσεις.
Ούτε το γειτονικό Λουξεμβούργο γλίτωσε όπου η γερμανική Εφορία επανειλημμένα εισέβαλε σε τράπεζες αναζητώντας Γερμανούς φορολογούμενους. Σε όλες αυτές τις μάχες εκ του συστάδην, με εξαίρεση την αναμέτρηση με τους Αγγλοσάξωνες -που η μεν Αγγλία έχει άλλο νόμισμα, η δε Ιρλανδία διαπραγματεύθηκε με εξαιρετική αποτελεσματικότητα -το Βερολίνο κέρδισε έδαφος είτε γιατί είχε μαζί του τους Αμερικάνους (Ελβετία), είτε γιατί οι χώρες που δέχθηκαν την κριτική είχαν σοβαρά προβλήματα συμμόρφωσης με τα διεθνή πρότυπα, όπως το Λιχτενστάιν.
Η Κύπρος έκανε λάθη στην εκτίμηση της κατάστασης, θεωρώντας -όπως και η Ελλάδα- ότι η κρίση δεν θα την αγγίξει. Αργησε να αντιληφθεί ότι το μοντέλο της κινδυνεύει και δεν άσκησε αποτελεσματική εποπτεία στον τραπεζικό της τομέα, οδηγώντας την τραπεζική κρίση σε ταυτόχρονη εκδήλωση με τη δημοσιονομική.
Η Ευρώπη ασκούσε κριτική επειδή όταν όλες οι τράπεζες χαρακτηρίζονται συστημικές, τότε υποχρεωτικά διασώζονται. Κάποια στιγμή, η Κύπρος, έπρεπε να αλλάξει το ρεπερτόριό της. Οι γερμανικές εκλογές -με την αντιπολίτευση να επιτίθεται στη Μέρκελ για τη φοροδιαφυγή και τον Πράσινο Τριτίν να χαρακτηρίζει «όχι μικρές» τις καταθέσεις ως 100.000 ευρώ- διαμόρφωσαν συνθήκες για το τέλος του «μοντέλου», σε μια Ευρώπη που δεν καλοβλέπει άλλες διασώσεις τραπεζών.
ένα άρθρο των πρωταγωνιστώνOι Ιρλανδοί μπόρεσαν -επειδή διαπραγματεύθηκαν σοβαρά και εφάρμοσαν όλα τα άλλα με μεγάλη ταχύτητα- να υπερασπιστούν το δικό τους μοντέλο που με πολύ κόπο είχαν οικοδομήσει από τη δεκαετία του '50 - η Ιρλανδία έγινε κέντρο μεταποίησης και υπηρεσιών.
Η Ελβετία ελίχθηκε μπρος στη γερμανική επίθεση και υιοθέτησε τις φορολογικές συμφωνίες για να κρατήσει στη ζωή το δικό της μοντέλο που δεν θα μακροημερεύσει, καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αποφασίσει ότι το «φορολογικό απόρρητο» των Ελβετών πνέει τα λοίσθια. Πιο πριν οι Γερμανοί είχαν βάλει στο στόχαστρο το Λιχτενστάιν για το δικό του «μοντέλο», ενώ προσπάθησαν να επιβάλλουν στο Λονδίνο τον φόρο στις χρηματοπιστωτικές μεταβιβάσεις.
Ούτε το γειτονικό Λουξεμβούργο γλίτωσε όπου η γερμανική Εφορία επανειλημμένα εισέβαλε σε τράπεζες αναζητώντας Γερμανούς φορολογούμενους. Σε όλες αυτές τις μάχες εκ του συστάδην, με εξαίρεση την αναμέτρηση με τους Αγγλοσάξωνες -που η μεν Αγγλία έχει άλλο νόμισμα, η δε Ιρλανδία διαπραγματεύθηκε με εξαιρετική αποτελεσματικότητα -το Βερολίνο κέρδισε έδαφος είτε γιατί είχε μαζί του τους Αμερικάνους (Ελβετία), είτε γιατί οι χώρες που δέχθηκαν την κριτική είχαν σοβαρά προβλήματα συμμόρφωσης με τα διεθνή πρότυπα, όπως το Λιχτενστάιν.
Η Κύπρος έκανε λάθη στην εκτίμηση της κατάστασης, θεωρώντας -όπως και η Ελλάδα- ότι η κρίση δεν θα την αγγίξει. Αργησε να αντιληφθεί ότι το μοντέλο της κινδυνεύει και δεν άσκησε αποτελεσματική εποπτεία στον τραπεζικό της τομέα, οδηγώντας την τραπεζική κρίση σε ταυτόχρονη εκδήλωση με τη δημοσιονομική.
Η Ευρώπη ασκούσε κριτική επειδή όταν όλες οι τράπεζες χαρακτηρίζονται συστημικές, τότε υποχρεωτικά διασώζονται. Κάποια στιγμή, η Κύπρος, έπρεπε να αλλάξει το ρεπερτόριό της. Οι γερμανικές εκλογές -με την αντιπολίτευση να επιτίθεται στη Μέρκελ για τη φοροδιαφυγή και τον Πράσινο Τριτίν να χαρακτηρίζει «όχι μικρές» τις καταθέσεις ως 100.000 ευρώ- διαμόρφωσαν συνθήκες για το τέλος του «μοντέλου», σε μια Ευρώπη που δεν καλοβλέπει άλλες διασώσεις τραπεζών.