ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ Σ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ:
Πλάγιοι τρόποι, Η έννοια της ανάμνησης στον Φρόιντ την Τετάρτη 12
Δεκεμβρίου στις 19.00. στην Πινακοθήκη Γρηγοριάδη στο Νέο Ηράκλειο.
Ομιλητές: Ιωάννης Βαρτζόπουλος, ψυχίατρος-ψυχαναλυτής, εκδότης του περιοδικού Οιδίπους.
Παντελής Μπασάκος, καθηγητής φιλοσοφίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
Βαγγέλης Μπιτσώρης, συγγραφέας-μεταφραστής.
Συντονίζει η Αλίκη Γρηγοριάδου, παιδοψυχίατρος-ψυχοθεραπεύτρια.
Θα επακολουθήσει δεξίωση
.
Παναγιώτης Σ. Παπαδόπουλος / Πλάγιοι τρόποι / Η έννοια της ανάμνησης στον Φρόιντ / Εκδόσεις Principia, 2012
σελ. 236.
Κώστας
Κωστέλλος - Το κείμενο του Παναγιώτη Παπαδόπουλου εκκινεί με τη
διαπίστωση ότι από τον Χέγκελ μέχρι τον Φρόιντ, η ανάμνηση αποτέλεσε την
απελευθερωτική δύναμη που θα αποσπούσε το παρόν από τα δεσμά του
παρελθόντος. Ήδη, στην αρχή του κειμένου ο συγγραφέας σημειώνει: «Το
υποκείμενο της νεωτερικότητας οργανώνεται με βάση τη μνήμη και κατά
συνέπεια, την εμφάνιση της ανάμνησης». Σε αυτό το υποκείμενο υπάρχει,
ταυτόχρονα, το «επείγον» αίτημα της ανάμνησης αλλά και η καθυστέρηση
στην εκ νέου κατασκευή της. (σ.18)
Ειδικά στον Φρόιντ, η προβληματική
της ανάμνησης εισάγεται, με εμφατικό τρόπο, σε τέτοιο βαθμό που δεν θα
ήταν υπερβολικό να ονομαζόταν η ψυχανάλυση περισσότερο μία θεωρία της
ανάμνησης παρά ένας λόγος πάνω στην επιθυμία. Ο ψυχαναλυτικός κανόνας
θεωρεί ότι όπου υπάρχει σύμπτωμα, υπάρχει και αμνησία και εάν κατορθωθεί
να καλυφθεί αυτό το κενό, τότε επέρχεται αυτόματα η εκτόνωση και η
εξάλειψη του συμπτώματος. Ωστόσο, το καταστατικό αίτημα ποτέ δεν
ολοκληρώνεται.
Οι Πλάγιοι τρόποι παρακολουθούν την προσπάθεια του Φρόιντ
να δημιουργήσει μία επαρκή θεωρία της ανάμνησης και την τελική αποτυχία
ο στόχος αυτός να εκπληρωθεί. Η πορεία, από την αποδοχή της ύπνωσης,
στη θεωρία της κάθαρσης και τελικά την απόρριψή της προς όφελος μίας
μεθόδου πάνω στη ανάμνηση που δομείται μόνο από υποθέσεις και
κατασκευές, αποδεικνύει αυτήν την αγωνία του θεμελιωτή της ψυχανάλυσης.
Η ψυχανάλυση δημιουργεί μία ars memoriae, μία τέχνη της μνήμης. Ένας
τέτοιος στόχος δεν αποτελεί μία φροϋδική επινόηση. Ολόκληρη η φιλοσοφική
παράδοση, από τον Πλάτωνα κι’ ύστερα, θέτει ως στόχο τη δημιουργία μίας
μνημονικής τέχνης. Επιπλέον, αυτή η παράδοση αποδέχεται την υπερβολική
αξίωση ότι τίποτα δεν ξεχνιέται, οτιδήποτε λησμονημένο θα παρουσιαστεί
εν νέου.
Ο Φρόιντ, σε αντιστοιχία με την πλατωνική πίστη, δεν απαρνήθηκε
ποτέ το ιδεώδες μίας πλήρους αναμνημόνευσης: «όλα τα ουσιώδη
διασώζονται, ακόμη και αυτό που φαίνεται ότι είναι εντελώς ξεχασμένο
υπάρχει με κάποιο τρόπο και σε κάποιο μέρος, αλλά είναι απλά
καταχωνιασμένο και δεν βρίσκεται στη διάθεση του ατόμου». (σ.43) Οι
αναλυτικές αναφορές του συγγραφέα στον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη, τον
Λάιμπνιτς, τον Χούσσερλ ή τον Μπερξόν, θέλουν να δείξουν ότι ο Φρόιντ
αποδέχεται τους βασικούς στόχους μίας θεωρίας της μνήμης που συναντούμε
ήδη στη φιλοσοφική παράδοση. Ο στόχος αυτής της παράδοσης είναι και
δικός του. Οι απορίες πάνω στην ανάμνηση που συναντάμε σε αυτήν την
παράδοση γίνονται, τελικά, και δικές του απορίες.
Τα κείμενα του Φρόιντ, οι ίδιες οι έννοιες που χρησιμοποιεί, διέπονται
από μία βαθειά αμφισημία: αναγγέλλουν το ιδεώδες της πλήρους αναθύμησης,
ενώ την ίδια στιγμή το διαψεύδουν. Βασικές έννοιες του φροϋδικού
λεξιλογίου διέπονται από αυτήν την αμφισημία. Για παράδειγμα, η ανάλυση
της φροϋδικής πρωταρχικής σκηνής είναι ενδεικτική. Στην ψυχανάλυση, η
πρωταρχική σκηνή δημιουργεί το κεντρικό αφηγηματικό κίνητρό της. Η
φροϋδική αναμνημόνευση έχει ως στόχο της την ανάκληση της πρωταρχικής
σκηνής. Εκεί αναζητά την απαρχή καθώς και τις ίδιες τις αρχές της.
Ο
Φρόιντ, ειδικά στον Άνθρωπο με τους λύκους, περιγράφει ένα γεγονός που
«συναντάται παντού και πάντα» και διεκδικεί μέσα σε αυτό ένα θεμέλιο
εγκυρότητας και μία αρχή. Στους Πλάγιους τρόπους, ο συγγραφέας
καταδεικνύει ότι η έννοια αυτή ποτέ δεν παρουσιάστηκε. Αντί γι’ αυτήν
παρουσιάζονται αναμνήσεις που έχουν παραμορφωθεί, αντίθετες προς την
αλήθεια, γεμάτες από φανταστικά στοιχεία, που ομοιάζουν με τις
αναμνήσεις-προκαλύμματα που εξουσιάζουν το πεδίο της ψυχικής
πραγματικότητας. Οι αναμνήσεις δεν παραπέμπουν σε ένα πρωταρχικό
γεγονός, αλλά αποτελούν στοιχεία, μόνο, μίας αναδημιουργίας. Την ίδια
απορία εντοπίζει ο συγγραφέας σε ποικίλες έννοιες της ψυχανάλυσης, όπως
στην έννοια της επανάληψης.
Η έννοια της
ανάμνησης καθίσταται, στα φροϋδικά κείμενα, προβληματική. Η αποτυχία
αυτή της μεθόδου είναι κατά κάποιο τρόπο εμβληματική· γιατί η ψυχανάλυση
συμπυκνώνει στη μέθοδό της ολόκληρο το ιδεώδες της παραδοσιακής
θεωρίας. Ας συλλογιστούμε μόνο ότι τα θέματα της τεχνικής που
αποτελούν μία επερώτηση πάνω στη διαδικασία της ανάμνησης απασχολούν τον
Φρόιντ μέχρι το τέλος της ζωής του. Σημαντικά κείμενα, της ύστερης
περιόδου, για την τεχνική, όπως το Περατή και μη Περατή ανάλυση ή το
κείμενο πάνω στις Κατασκευές στην ανάλυση επιβεβαιώνουν αυτό το γεγονός.
Εδώ οδηγούμαστε στην κεντρική θέση του κειμένου: Στην ψυχανάλυση
υπάρχει η αναγγελία μίας αδύνατης ανάμνησης, όπως αντίστοιχα στα κείμενα
της νεωτερικότητας υπάρχει, η περιγραφή μίας πετρωμένης εμπειρίας που
είναι δύσκολο να παρουσιαστεί. Ο Αντόρνο, ο Μπένγιαμιν ή ο Λούκατς
βρίσκονται στην ίδια αμηχανία με τον Φρόιντ όταν απορρίπτουν την
παραδοσιακή έννοια του συμβόλου, το οποίο έχει πάντα ένα συγκεκριμένο
αναφέρον, προς όφελος μίας σκέψης της μεταφοράς και της αλληγορίας. Το
ίδιο το προϊόν της ανάμνησης, γι’ αυτούς, δεν είναι ένα «πρωταρχικό
γεγονός», που εκ νέου θα παρουσιαστεί· η μνήμη εμφανίζεται μόνο
αλληγορικά.
Ο Παπαδόπουλος αναφέρεται στον όρο Schädelstätte, o κρανίου
τόπος, ο Γολγοθάς που χρησιμοποιεί ο Λούκατς, ένα συνώνυμο, στο έργο
του, της αλληγορίας, για να αναφερθεί στο σύνολο των εννοιών και
σημασιών που γίνονται άκαμπτες και περίεργες και οι οποίες δεν
αφυπνίζουν την εσωτερικότητα.
Στους Πλάγιους
τρόπους δεν καταφάσκεται μία «λήθη» με την έννοια που δίνει, για
παράδειγμα, ο Λυοτάρ σε αυτήν. Ο συγγραφέας, θα έλεγα με έναν τρόπο
αρκετά λαϊμπνισιανό ή με τον απορητικό τρόπο που προτείνει ο Μαρξ στον
πρόλογο της 18ης Μπρυμαίρ, δέχεται ότι η σύνδεση ανάμεσα στο είναι και
τη σημασία θα πραγματοποιηθεί, αλλά δεν γνωρίζουμε το πώς. Η απορητική
διάσταση που εισάγεται με τα θέματα της ανάμνησης αποτελεί ένα κεντρικό
μοτίβο της νεωτερικότητας. Στην ψυχανάλυση διεκδικείται η ομόφωνη
σημασία μέσα από κατασκευές και υποθέσεις. Στο σχέδιο του Φρόιντ δεν
υπάρχει μία γραμμική αντίληψη. Αντίθετα, «πρόκειται για την ελλειπτική
προσπάθεια του αλληγορικού να μετατραπεί σε πράξη, να επαληθεύσει την
ελπίδα του Αντόρνο ότι όντως η αλληγορία θα μετατραπεί σε εποπτεία. Η
αναλυτική μέθοδος έρχεται να συνδράμει το ασυνείδητο που έχει μείνει
άστεγο, που με την κτηνωδία ή την προδοσία έχει εξοριστεί». (σ.195)
Ο Παπαδόπουλος θεωρεί ως κεντρική έννοια, μέσα στο φροϋδικό corpus,
την επιμελημένη διεργασία, μία έννοια που χρησιμοποιείται από τον Φρόιντ
όταν αυτός αναγνωρίζει την αποτυχία του ιδεώδους της ολοκληρωτικής
ανάμνησης. Η έννοια αυτή δεν έχει ένα βεβαιωτικό χαρακτήρα. Μας
προτρέπει να λειτουργήσουμε με υποθέσεις και κατασκευές, πρόκειται για
μία τέχνη της επινόησης, μία ars inveniendi. Αυτή δεν συνιστά
σκεπτικισμό. Αποτελεί τον έμμεσο τρόπο επερώτησης όταν το εξηγητικό
πλαίσιο παραμένει ασαφές. Εγκαινιάζει μία μέθοδο του «υπό συζήτηση»,
όταν ακόμη οι αμφιβολίες για το ζητούμενο είναι ισχυρές. Η απάντηση του
Φρόιντ δεν είναι –όπως στον παραδοσιακό σκεπτικισμό– «δεν μπορούμε να
οδηγηθούμε». Ούτε πρόκειται για μία κατάφαση των ενεργημάτων που
προτείνει η μεταμοντέρνα σκέψη. Για τον Φρόιντ, μία πιθανή συμφιλίωση
των γλωσσικών παιχνιδιών δεν αποτελεί αυταπάτη. Δεν γνωρίζουμε, όμως,
τον τρόπο για να οδηγηθούμε εκεί.
Ο Κώστας Κωστέλλος είναι φιλόλογος
zonews.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.